- χριστάγκαθο
- το, Νβοτ. κοινή ονομασία είδους τού φυτού σκόλυμος.[ΕΤΥΜΟΛ. < Χριστός + αγκάθι].
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
άκανθα — Το αγκάθι, βελονοειδές έκφυμα των φυτών. Με το ίδιο όνομα υπάρχει και θάμνος που αριθμεί τρεις ποικιλίες, ά. η βασιλική, ά. η ινδική και ά. η αραβική καθώς και ένα δέντρο ιθαγενές της Αιγύπτου, γνωστό με την επιστημονική ονομασία ά. η αιγύπτια. Ά … Dictionary of Greek
χρυσάγκαθο — το, Ν βοτ. κοινή ονομασία κηπευτικών φυτών τού γένους ατρίπληξ και σκόλυμος, αλλ. χρυσολάχανο και χριστάγκαθο. [ΕΤΥΜΟΛ. Πρόκειται για τ. διαλ. προέλευσης] … Dictionary of Greek